Η εγχώρια χαλυβουργία, εξάντλησε όλα όσα μπορούσε να κάνει η ίδια για να ελαττώσει το παραγωγικό της κόστος, με μειώσεις αποδοχών και οργανωτικές αλλαγές.
Ωστόσο δεν πρόκειται να ανακάμψει, αν δεν μειωθεί το κόστος ενέργειας, που αντιπροσωπεύει πλέον το 56% του συνολικού παραγωγικού κόστους.
Αυτό τονίζει ο Νίκος Μαρίου Γενικός Διευθυντής της Σιδενόρ, εταιρείας του ομίλου Βιοχάλκο. Αναλύοντας την σημερινή εικόνα του κλάδου, το στέλεχος της ελληνικής βιομηχανίας επισημαίνει ότι από το 2008, το εργατικό κόστος μειώθηκε κατά 30%, ενώ το κόστος ενέργειας αυξήθηκε κατά 40%.
Μάλιστα η μεγαλύτερη επιβάρυνση στην ηλεκτρική ενέργεια σημειώθηκε μεταξύ 2009 και 2010 (+25%) οπότε αυξήθηκαν οι χρεώσεις για ΑΠΕ και για ειδικό φόρο και μεταξύ 2012 και 13 (+10%), καθώς στη συγκεκριμένη δραστηριότητα, το ενεργειακό κόστος επηρεάζεται άμεσα από τη μειωμένη παραγωγή.
Σε ό,τι δε αφορά στο φυσικό αέριο, σύμφωνα με τα στοιχεία της Σιδενόρ, οι τιμές με τις οποίες το προμηθεύεται η βιομηχανία στην Ελλάδα είναι στα επίπεδα των 52 ευρώ η μεγαβατώρα (περίπου 86 κυβικά μέτρα), όταν στην Ισπανία είναι 36 ευρώ, στη Γερμανία 35, στη Βουλγαρία 32, και στις ΗΠΑ μόλις 9 ευρώ η μεγαβαατώρα.
Την ίδια στιγμή, το εργατικό κόστος μειώθηκε κατά 30% έναντι του 2008, με το μεγαλύτερο ποσοστό να σημειώνεται κατά περίπου 18% μεταξύ 2011 και 2012. Έτσι πλέον, στο σύνολο ενεργειακού κόστους η ενέργεια έρχεται πρώτη με 56%, (ηλεκτρισμός 34%, φυσικό αέριο 22%) το εργατικό κόστος αντιστοιχεί στο 20% και τα λοιπά το 24%.
Ειδικότερα για την ηλεκτρική ενέργεια, ο κ. Μαρίου σημειώνει ότι οι χαλυβουργίες καταναλώνουν κατά κύριο λόγο τη νύχτα και τα Σαββατοκύριακα, όταν η παραγωγή ενέργειας περισσεύει και δεν υπάρχει υψηλή ζήτηση. Στην ουσία δηλαδή η χαλυβουργία καταναλίσκει την περίσσεια ενέργειας που διαμορφώνεται τις ώρες χαμηλής ζήτησης (scrap ενέργειας), προσφέροντας έτσι σημαντικό έσοδο στον παραγωγό ηλεκτρικής ενέργειας, που διατηρεί σε λειτουργία μονάδες (κυρίως λιγνιτικές), οι οποίες διαφορετικά θα έπρεπε να είχαν «σβήσει».
Στο σημείο αυτό αξίζει να σημειωθεί ότι σε χώρες όπως η Γερμανία, λόγω και της μεγάλης παραγωγής ηλεκτρισμού από ΑΠΕ, το προηγούμενο διάστημα είχαν διαμορφωθεί στο σύστημα αρνητικές τιμές έως και 100 ευρώ η μεγαβατώρα.
Δηλαδή οι παραγωγοί πλήρωναν για κάποιες ώρες τους μεγάλους καταναλωτές να διατηρήσουν ή να αυξήσουν την κατανάλωση, προκειμένου να συνεχιστεί η ομαλή λειτουργία των μονάδων ηλεκτροπαραγωγής φορτίου βάσης (άνθρακας, λιγνίτης, πυρηνικά) και να μην προκληθεί αστάθεια στο σύστημα.
Οι συνέπειες του υψηλού ενεργειακού κόστους στην εγχώρια χαλυβουργία, σε συνδυασμό με την οικονομική κρίση και την κατάρρευση της οικοδομής στο εσωτερικό της χώρας, έχουν καταλυτικές επιπτώσεις στην εικόνα του κλάδου. Από τα 2,5 εκατομμύρια τόνους που είναι το παραγωγικό δυναμικό της εγχώριας χαλυβουργίας (peak 2007), το 2013 σε χρήση είναι μόλις το 34% (850.000 τόνοι το χρόνο) ενώ πλεονάζει δυναμικό 1,65 εκατομμυρίων τόνων.
Έναντι εγχώριας κατανάλωσης 2,1 εκατομμυρίων τόνων το 2007, η εσωτερική αγορά το 2013 εκτιμάται ότι θα απορροφήσει μόλις 320.000 τόνους.
Αξίζει εδώ να σημειωθεί ότι με την έναρξη της κρίσης, οι ελληνικές χαλυβουργίες στράφηκαν στο εξωτερικό προκειμένου να διατηρήσουν το επίπεδο της παραγωγής και της απασχόλησης. Ωστόσο με την αύξηση του κόστους ενέργειας από το 2011 και μετά, οι εξαγωγές κατέρρευσαν και αυτές. Έτσι, έναντι εξαγωγών 985.000 τόνων το 2011, το 2012 αυτές ανήλθαν σε 800.000 τόνους και το 2013 θα κυμανθούν σε 530.000 τόνους.
Ο λόγος είναι ότι ο ελληνικός χάλυβας δεν μπορεί να ανταγωνιστεί τα αντίστοιχα προϊόντα της Τουρκίας και άλλων χωρών με χαμηλότερο κόστος ενέργειας. Σύμφωνα με δε με τα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Ένωσης Χαλυβουργιών, ο ελληνικός χάλυβας έχει χάσει αγορές, όπως αυτές της Βόρειας Αφρικής και της Μέσης Ανατολής (Αίγυπτος, Λιβύη, Αραβική Χερσόννησος), τις οποίες τροφοδοτούν χαλυβουργίες της Τουρκίας, είτε της Ισπανίας και Πορτογαλίας (Αλγερία).
Η απασχόληση
Για τις επιπτώσεις που έχει η κατάρρευση της χαλυβουργίας στην απασχόληση και στην εθνική οικονομία, αρκεί να αναφερθεί ότι σύμφωνα με μελέτη του ΙΟΒΕ, κάθε μία θέση εργασίας στη χαλυβουργία, δημιουργεί 6 θέσεις εργασίας στο σύνολο της οικονομίας, ενώ μια μονάδα προστιθέμενης αξίας, 5,5 μονάδες στο σύνολο της οικονομίας.
Για την αντιστροφή της εικόνας, τονίζει ο γενικός διευθυντής της ΣΙΔΕΝΟΡ, καταλυτικό ρόλο διαδραματίζει η άμεση μείωση του συνολικού κόστους ηλεκτρικής ενέργειας (τιμή μονάδας, φόροι/τέλη, διακοψιμότητα), η μείωση της τιμής του φυσικού αερίου σε ανταγωνιστικά επίπεδα και η εκπόνηση βιομηχανικής πολιτικής εναρμονισμένη με μια ενεργειακή πολιτική. Το ζητούμενο για τον κ. Μαρίου, δεν είναι άλλο από το να ισχύσουν για τις ελληνικές χαλυβουργίες, ίσοι όροι ανταγωνισμού με τις άλλες Ευρωπαϊκές Χώρες, χωρίς καμία άλλη βοήθεια, επιδότηση ή απαλλαγή.
(euro2day.gr, 23/10/2013)