Σάββατο 10 Αυγούστου 2013

Λ ΙΓΝΙΤΕΣ .......Το Εθνικό μας καύσιμο. Μελέτη του ΤΕΕ / Δυτικής Μακεδονίας

                                                     
 
      Μια εξαιρετική επιστημονική μελέτη του ΤΕΕ/ΤΔΜ , που μας έστειλε ο φίλος του SAGINI3 ,
 Νίκος.
Αποτελεί πηγή γνώσης για όσους ενδιαφέρονται να μάθουν για την οικονομική συνεισφορά
του εθνικού μας καυσίμου , του λιγνίτη ,στην Εθνική μας οικονομία τα τελευταία 60 έτη.
 Είναι ένα  ηχηρό χαστούκι στους άθλιους κερδοσκόπους της ''πράσινης απάτης'' ,των ΑΠΕ και του φυσικού αερίου,
που κατάφεραν με την βοήθεια ανικάνων και διεφθαρμένων κυβερνήσεων ,
να καταστρέψουν την  ενεργειακή ασφάλεια της χώρας και να μετατρέψουν την φθηνή και ασφαλή
θερμική ενέργεια του λιγνίτη και των υδροηλεκτρικών της ΔΕΗ,  σε πανάκριβη και αναξιόπιστη ''πράσινη ενέργεια'' των ΑΠΕ.
Έχουν διαπραχθεί σοβαρά εγκλήματα στον τομέα της ενέργειας  με θύματα τους
 Έλληνες καταναλωτές.Διαβάστε εδώ τις......       Επώνυμες οι καταγγελίες του Γ.Παλαιοκρασσά




                                                           
ΤΕΕ Δυτικής Μακεδονίας
Ιούλιος 2012
Μελέτη.
           ''Εκτίμηση του κόστους μετάβασης της Δυτικής Μακεδονίας  
σε καθεστώς χαμηλής λιγνιτικής παραγωγής''


Η παρούσα μελέτη  αποτελεί απόφαση της Διοικούσας Επιτροπής μετά από
εισήγηση της σχετικής Ομάδας Εργασίας του ΤΕΕ/ΤΔΜ που αποτελείται από τους:
Δ. Σωτηρόπουλο (Χημ.Μηχ., MBA), Ε. Καρλόπουλο, (Χημ. Μηχ., MSc), Α.
Σιδηρόπουλο (Οικονομολόγο, PhD Cand) και υποστηρίχθηκε από τους Δ.
Μαυροματίδη (Ηλ. Μηχ) και Α. Κακάλη (Ηλ. Μηχ)



1. Εισαγωγή
Εδώ και έξι σχεδόν δεκαετίες, οι λιγνίτες αποτελούν τη σημαντικότερη    πρωτογενή   πηγή
 ενέργειας για τη Χώρα μας. 
Ο εξηλεκτρισμός της Ελλάδας, ο οποίος ολοκληρώθηκε ουσιαστικά
στις αρχές της δεκαετίας του1980, στηρίχθηκε αποκλειστικά σχεδόν στους εγχώριους λιγνίτες και 
 κυρίαρχα στα αποθέματα της Δυτικής Μακεδονίας. 
 Με σημείο αναφοράς το 1955, όταν ξεκίνησε  η εκμετάλλευση του πρώτου επιφανειακού ορυχείου 
από  τη  ΛΙΠΤΟΛ ΑΕ, η λιγνιτική βιομηχανία αναπτύχθηκε  στον ενεργειακό άξονα της Δυτικής 
 Μακεδονίας  με ταχείς,πρωτοφανείς ρυθμούς για τα ελληνικά δεδομένα.
Σήμερα, στον ενεργειακό άξονα της Δυτικής Μακεδονίας  εξορύσσονται  ετησίως  περίπου 50 
 εκατομμύρια τόνοι λιγνίτη οι οποίοι τροφοδοτούν τους 5 ατμοηλεκτρικούς σταθμούς της περιοχής 
συνολικής   εγκατεστημένης ισχύος4.270 MW ,ενώ χιλιάδες εργαζόμενοι απασχολούνται άμεσα 
 ή δορυφορικά στον  παραγωγικό κύκλο της λιγνιτικής βιομηχανίας
.
     Η Ελληνική Κυβέρνηση,στην προσπάθειά της να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις που απορρέουν από
 τους δεσμευτικούς στόχους  της Στρατηγικής «Ενέργεια 2020» της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για 
ανταγωνιστική, βιώσιμη και ασφαλή ενέργεια που εξειδικεύεται στον κανόνα
του “20-20-20" δηλαδή, 20% μείωση στις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου έως το 2020,
20% αύξηση του μεριδίου των ΑΠΕ στο ενεργειακό μείγμα και
20% περικοπή στην ενεργειακή κατανάλωση, ανακοίνωσε  τον Ιούνιο του
2010 την πρόθεσή της να μειώσει  δραστικά τη συμμετοχή του λιγνίτη στο εθνικό ενεργειακό
 χαρτοφυλάκιο,  να αποσύρει σημαντικό μερίδιο των λιγνιτικών θερμικών μονάδων της
 περιοχής μας και να στραφεί σε  εισαγόμενα ανταγωνιστικά καύσιμα.
Είναι  σαφές ότι η Ελληνική Πολιτεία οφείλει και πρέπει να ανταποκριθεί στις προαναφερόμενες
 υποχρεώσεις  και κυρίως,στη δέσμευση που αφορά στη μείωση των εκπομπών
 διοξειδίου του άνθρακα (CO2).
Όμως,η φιλοσοφία του Πρωτοκόλλου του Κιότο αλλά και οι Μηχανισμοί Εφαρμογής που
  υποστηρίζουν επιχειρησιακά την υλοποίησή του, στηρίζονται στην παραδοχή ότι οι μειώσεις
 των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα επιβάλλεται να γίνουν με τέτοιες παρεμβάσεις, ώστε τόσο
το μοναδιαίο κόστος ανά τόνο  CO2 ,όσο και οι οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις να
είναι οι ελάχιστες δυνατές.
Εάν το χρονοδιάγραμμα απόσυρσης των λιγνιτικών μονάδων της περιοχής μας
συμβαδίζει με το χρονοδιάγραμμα εξάντλησης των αποθεμάτων λιγνίτη ή προκύπτει μέσω της
οικονομικά μη βιώσιμης τεχνικής προσαρμογής των μονάδων να ανταποκριθούν στους
περιβαλλοντικούς περιορισμούς, τότε βεβαίως η διαδικασία απόσυρσης είναι νομοτελειακά
προκαθορισμένη.
Αν όμως το κυρίαρχο κίνητρο απόσυρσης των μονάδων εντοπίζεται μονοδιάστατα στην
επίτευξη των στόχων 20-20-20 και στην ενδεχόμενη διασφάλιση «ζωτικού χώρου»
 για την ευκολότερη διείσδυση ανταγωνιστικών εισαγόμενων καυσίμων,τότε πρόκειται
για μια ασύμμετρη παρέμβαση στον κοινωνικό και οικονομικό ιστό της Δυτικής Μακεδονίας.
Από την άλλη πλευρά, η γενικότερη οικονομική κατάσταση της Χώρας μας, η
προφανής αναγκαιότητα δημιουργίας συνθηκών πρωτογενούς πλεονάσματος και οι θετικές
επιπτώσεις της λιγνιτικής βιομηχανίας στους τομείς της απασχόλησης σε περιφερειακό
επίπεδο, υπαγορεύουν μια ενδεχόμενη προσαρμογή της εθνικής ενεργειακής πολιτικής και
ιδιαίτερα του ρόλου των λιγνιτών στο εθνικό ενεργειακό χαρτοφυλάκιο.


Στόχο της μελέτης αποτελεί η ποσοτική και ποιοτική εκτίμηση των οικονομικών επιπτώσεων
της λιγνιτικής βιομηχανίας σε επίπεδο Δυτικής Μακεδονίας και ειδικότερα,
μέσω των πολλαπλασιαστών εισοδήματος και απασχόλησης, όπως αυτοί προκύπτουν από
την εφαρμογή της μεθοδολογίας των Εισροών Εκροών σε επίπεδο περιφέρειας.

Τεκμηρίωση της αναγκαιότητας υλοποίησης της μελέτης
...........
 Διαβάστε εδώ την συνεχεία της μελέτης............

 http://www.tdm.tee.gr/images/stories/Docs/nea_anakoinoseis/deltia
_typou/ektimisi_tou_kostous_metabibasis_ths_dm.pdf




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΠΑΡΑΚΑΛΟΥΜΕ ΓΡΑΨΤΕ ΤΟ ΣΧΟΛΙΟ ΣΑΣ ΕΔΩ